Σχεδίαση Ιστοσελίδας: Αρης Τσιατούχας (2017)
ΝΟΜΙΚΗ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΕΝΔΟΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΗΣ ΒΙΑΣ
Σκοπός του κειμένου αυτού είναι η νομική προσέγγιση της ενδοοικογενειακής βίας. Είναι μια προσπάθεια
ενημέρωσης ώστε να γίνει σαφές πότε ασκείται βία και ποιες νομικές διαδικασίες μπορεί να ακολουθήσει το θύμα
για την προστασία του.
ΤΙ ΕΙΝΑΙ ΕΝΔΟΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΗ ΒΙΑ
«Ο όρος «βία κατά των γυναικών» περιλαμβάνει κάθε πράξη βίας που στηρίζεται στο φύλο και έχει ως
αποτέλεσμα ή είναι δυνατό να έχει ως αποτέλεσμα, την σωματική, σεξουαλική ή ψυχολογική βλάβη ή πόνο για τις
γυναίκες, συμπεριλαμβανομένων των απειλών τέτοιων πράξεων, τον εξαναγκασμό ή την αυθαίρετη στέρηση της
ελευθερίας είτε αυτό προκύπτει στην δημόσια είτε στην ιδιωτική ζωή (αρ. 113 της 4ης Παγκόσμιας Διάσκεψης
Γυναικών της Πλατφόρμας Δράσης του Πεκίνο),
Ως ενδοοικογενειακή βία ορίζεται: «Κάθε σωματική, σεξουαλική η ψυχολογική βία που ασκείται σε βάρος του
θύματος από τον νυν η πρώην σύζυγο η από σύντροφο η άλλα μέλη της οικογένειας»
Σύμφωνα με το νόμο για την ενδοοικογενειακή βία (ν. 3500/2006):
«Η άσκηση βίας κάθε μορφής μεταξύ των μελών της οικογένειας απαγορεύεται.» (άρθρο 2). Με την ευρύτερη
ερμηνεία αυτό σημαίνει ότι δεν απαιτείται μόνο σωματική βία για να διωχθεί ο θύτης. Η εξύβριση, η απειλή, ο
εκβιασμός, η προσβολή της γενετήσιας ελευθερίας (ή βιασμός αν γίνεται πιο κατανοητό στα πλαίσια συζυγικής ή
συντροφικής σχέσης) ο φυσικός περιορισμός (εξαναγκασμός σε απομόνωση) και γενικότερα η προσβολή της
προσωπικότητας, αποτελούν βία και είναι παράνομες πράξεις οι οποίες διώκονται ποινικά. Για να κατατάξουμε τη
συμπεριφορά του θύτη σε άσκηση ψυχολογικής βία, γενικά μπορούμε να πούμε ότι είναι κάθε συμπεριφορά που
προκαλεί φόβο είτε αυτή απευθύνεται άμεσα στο θύμα ή σε τρίτο πρόσωπο ή απειλή στο θύμα για βλάβη τρίτου
προσώπου.
Είναι βέβαια πιο εύκολο να διαγνωσθεί η σωματική βία ως άσκηση βίας αλλά εξίσου σημαντικό ρόλο παίζει και η
λεκτική, ψυχολογική αλλά και η οικονομική βία (στέρηση οικονομικών πόρων απαραίτητων για την αξιοπρεπή
διαβίωση του θύματος). Αυτά για να γίνει αντιληπτό ότι όταν αναφερόμαστε στην κακοποίηση, αυτή δεν
περιορίζεται μόνο στον ξυλοδαρμό αλλά και στην εξύβριση και τη γενικότερη απαξίωση της προσωπικότητας του
θύματος (υποτιμητική κριτική, κλονισμό αυτοπεποίθησης και αυτοεκτίμησης κ.ά.).
ΠΟΙΝΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
Όταν διαπιστώσετε ότι εις βάρος σας ασκείται παράνομη συμπεριφορά, πρέπει ή
α) να καλέσετε την αστυνομία τη στιγμή που πραγματοποιείται η παράνομη πράξη εις βάρος σας. Επειδή τις
περισσότερες φορές αυτό δεν είναι εφικτό, καλό θα ήταν να έχετε ενημερώσει κυρίως κάποιο γείτονα για τη
συμπεριφορά του συζύγου/συντρόφου σας, ώστε να καλέσει αυτό την αστυνομία όταν αντιληφθεί άσκηση βίας. Η
αστυνομία μπορεί να συλλάβει το θύτη και να δικαστεί με την αυτόφωρη διαδικασία ή να του δώσει συστάσεις και
β) να μεταβείτε στο αστυνομικό τμήμα και να αναφέρετε το συμβάν.
Ειδικότερα, και στις δύο περιπτώσεις η διαδικασία που πρέπει να ακολουθήσετε είναι η ίδια. Πρέπει να γίνει και η
διάκριση ανάλογα με το αδίκημα που τελέστηκε εις βάρος σας: Στην περίπτωση της εξύβρισης, απειλής κλπ που
προαναφέρθηκαν και συνιστούν κυρίως λεκτική, ψυχολογική βία, έχετε δύο επιλογές:
να προχωρήσετε σε έγκληση (όπως η μήνυση) προκειμένου να ασκηθεί ποινική δίωξη στο θύτη
να καταγγείλετε το συμβάν ώστε να του δοθούν συστάσεις. Σε κάθε περίπτωση, γίνεται καταγραφή του
συμβάντος από το αρμόδιο αστυνομικό όργανο.
Στην περίπτωση της σωματικής βίας, έχουμε ένα αυτεπαγγέλτως διωκόμενο έγκλημα (άρθρο 17 του ν. 3500/2006
περί ενδοοικογενειακής βίας. «Η ποινική δίωξη για τα εγκλήματα των άρθρων 6, 7, 9 και 10 ασκείται
αυτεπαγγέλτως», (ενδοοικογενειακή σωματική βλάβη, παράνομη βία και απειλή, προσβολή της γενετήσιας
αξιοπρέπειας, παρακώλυση απονομής της δικαιοσύνης) δηλαδή δεν είναι απαραίτητη η μήνυση από την πλευρά
του θύματος για να ασκηθεί ποινική δίωξη εις βάρος του θύτη. Η διάταξη σκοπό έχει να διευκολύνει το θύμα που
από φόβο δεν αποφασίζει να μηνύσει το θύτη και βγάζει από τις «κλειστές πόρτες» του σπιτιού την παράνομη
συμπεριφορά του συζύγου/συντρόφου και της δίνει τη θέση της στα εγκλήματα, αποκαλύπτοντας τον εγκληματία.
Για το λόγο αυτό δεν μπορείτε στις παραπάνω περιπτώσεις να ζητήσετε από την αστυνομία να κάνει μόνο
συστάσεις γιατί υποχρέωσή της είναι η παραπομπή της υπόθεσης στον εισαγγελέα για να ασκηθεί ποινική δίωξη.
Και αντιστρόφως, το αστυνομικό ή άλλο αρμόδιο όργανο δεν μπορεί να αρνηθεί να διωχθεί ο θύτης, γιατί αυτό
αποτελεί παράβαση καθήκοντος και έχετε το δικαίωμα να αναφέρετε την παράλειψη.
Επιπλέον πρέπει να γίνει σαφές ότι το αστυνομικό όργανο έχει υποχρέωση να προστατέψει το θύμα, (να
επιμεληθεί μέσω εισαγγελέα την απομάκρυνση του θύτη από την κοινή στέγη εφόσον τεκμαίρεται κίνδυνος για τη
ζωή του θύματος, να φροντίσει για ιατρική περίθαλψη όταν είναι απαραίτητο, να έρθει σε επαφή με τους αρμόδιους
φορείς στήριξης κακοποιημένων γυναικών, με ξενώνες φιλοξενίας και γενικότερα να διασφαλίσει την προστασία
και ασφάλεια του θύματος). Δεν έχει δικαίωμα να κρίνει το συμβάν, να επιρρίψει ευθύνες στο θύμα ή να υιοθετήσει
στάση η οποία δημιουργεί αισθήματα ενοχής στο θύμα (π.χ. τι του έκανες του ανθρώπου και σε χτύπησε) ούτε το
ρόλο διαμεσολαβητή και οικογενειακού συμβούλου (π.χ. θέλεις τώρα να χαλάσεις το σπίτι σου). Η κρίση της
υπόθεσης και ο καταλογισμός ευθυνών ανήκει στα δικαστικά όργανα και η συμβουλευτική στους ειδικούς
επιστήμονες. Σ’ αυτές τις περιπτώσεις έχετε το δικαίωμα να αναφέρετε το αστυνομικό όργανο στην προϊστάμενη
αρχή για κατάχρηση εξουσίας και παράβαση καθήκοντος (διοικητής τμήματος, εισαγγελέας).
Στην περίπτωση σωματικής βλάβης το θύμα καλό είναι να προχωρήσει σε ιατροδικαστική εξέταση και να λάβει
σχετική έγγραφη γνωμάτευση ή έστω ιατρική γνωμάτευση. Είναι χρήσιμα για δικαστική χρήση.
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΜΕΤΡΩΝ
Σύμφωνα με το άρθρο 15 ν. 3500/2006 "Σε υποθέσεις ενδοοικογενειακής βίας μπορεί να διατάσσεται ιδίως η
απομάκρυνση του καθ' ου από την οικογενειακή κατοικία, η μετοίκησή του, η απαγόρευση να προσεγγίζει τους
χώρους κατοικίας ή και εργασίας του αιτούντος, κατοικίες στενών συγγενών του, τα εκπαιδευτήρια των παιδιών και
ξενώνες φιλοξενίας."
Το θύμα ενδοοικογενειακής βίας έχει δικαίωμα να προσφύγει στα πολιτικά δικαστήρια και με τη διαδικασία των
ασφαλιστικών μέτρων και με έκδοση προσωρινής διαταγής, να ζητήσει την απομάκρυνση του θύτη από την κοινή
στέγη, την απαγόρευση να πλησιάζει σε αυτή όπως και στο χώρο εργασίας του θύματος και γενικότερα να
απαγορευτεί η επαφή του θύτη με το θύμα μέχρι την έκδοση οριστικής απόφασης. Το ίδιο μπορεί να ζητηθεί και για
την προστασία των ανήλικων παιδιών, καθώς πιθανολογείται ότι η έκνομη και παράνομη συμπεριφορά του θύτη
επηρεάζει αρνητικά την ομαλή ψυχολογική τους ανάπτυξη. Αν ασκείται βία και στα παιδιά όλες οι νομικές
διαδικασίες πρέπει να αφορούν και αυτά και να επιληφθεί εισαγγελέας ανηλίκων. Επίσης μπορεί να ζητηθεί να
εξεταστεί ο θύτης από ψυχίατρο. Με την ίδια αίτηση η αιτούσα έχει δικαίωμα να ζητήσει να της παραδώσει ο καθ’
ού όσα της ανήκουν από την οικοσκευή και κυρίως, αν έχουν ανήλικα παιδιά, να ρυθμιστεί η επιμέλεια αυτών,
μηνιαία διατροφή, προσωπική επικοινωνία τους με τον καθ’ου η αίτηση.
Για τη διαδικασία του άρθρου 15, το άρθρο 22 του νόμου για ενδοοικογενειακή βία ορίζει επίσης και το ευεργέτημα
της πενίας για τον ορισμό δικηγόρου: «Στα θύματα ενδοοικογενειακής βίας, τα οποία ζητούν τη λήψη
ασφαλιστικών μέτρων για προσωρινή ρύθμιση της κατάστασης, εξαιτίας του συγκεκριμένου περιστατικού,
παρέχεται το ευεργέτημα της πενίας με μόνη την απόδειξη του περιστατικού βίας, σύμφωνα με τις διατάξεις των
άρθρων 194 επ. του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, αν αδυνατούν να καταβάλουν, έστω και προσωρινά, τις
απαιτούμενες δικαστικές δαπάνες».
Το θύμα έχει επίσης το δικαίωμα να διεκδικήσει χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης , σύμφωνα με το
άρθρο 5 του ν. 3500/2006:
«Η κατά το άρθρο 932 του Αστικού Κώδικα χρηματική ικανοποίηση, λόγω ηθικής βλάβης του παθόντος για μία
από τις πράξεις του παρόντος νόμου, δεν μπορεί να είναι κατώτερη των χιλίων (1.000) ευρώ, εκτός αν ο ίδιος ο
παθών ζήτησε μικρότερο ποσό.»
Αν τώρα το θύμα της ενδοοικογενειακής βίας αποφασίσει να φύγει από την κοινή στέγη, θα πρέπει πρώτα να
φροντίσει να συγκεντρώσει όσα έγγραφα είναι απαραίτητα για την ίδια και τα παιδιά (τσάντα διαφυγής).
Προκειμένου όμως να είναι νομικά προστατευμένη ώστε να μην την κατηγορήσει ο θύτης για απαγωγή των
παιδιών και εγκατάλειψη οικογενειακής στέγης, πρέπει να κοινοποιήσει στο θύτη της εξώδικη δήλωση στην οποία
περιγράφεται όλο το ιστορικό βίας μέσα στην οικογένεια και τους λόγους που εξαναγκάζουν να φύγει από την
οικογενειακή στέγη. Η εξώδικη δήλωση λαμβάνεται υπόψη κατά τη διαδικασία ενώπιον δικαστηρίων κυρίως αν δεν
έχει προηγηθεί νομική ενέργεια από την πλευρά του θύματος που να αποδεικνύει την άσκηση βίας (καταγγελία,
μήνυση, ιατροδικαστική εξέταση κ.ά.). Μπορεί επίσης να γίνει σχετική δήλωση στο αστυνομικό τμήμα και μήνυση ή
καταγγελία, όπως αναφέρθηκε παραπάνω.
Με δεδομένο ότι έχει πραγματοποιηθεί η διάσταση των συζύγων/συντρόφων, το θύμα, εφόσον υπάρχουν ανήλικα
παιδιά, πρέπει να προβεί το συντομότερο δυνατό στη ρύθμιση της επιμέλειας των παιδιών, ποσού μηνιαίας
διατροφής για τα παιδιά και για την ίδια, αν δικαιολογημένα δεν εργάζεται και δεν έχει εισοδήματα, την προσωπική
επικοινωνία με τον πατέρα και όσα αφορούν τις σχέσεις γονέων και τέκνων.
Πηγή: http://www.katafygiogynaikas.org