Σχεδίαση Ιστοσελίδας: Αρης Τσιατούχας (2013)
Η ΤΕΧΝΗ ΤΩΝ ΤΟΙΧΟΓΡΑΦΙΩΝ
Διακοσμητική και λειτουργική ιδιότητα των τοιχογραφιών
Οι μυκηναϊκές τοιχογραφίες έχουν χρώματα ζωηρά χωρίς διαβαθμίσεις και
φωτοσκιάσεις. Οι μορφές έχουν σαφήνεια και σωστές αναλογίες παρ' όλη
τη στατικότητα και την ακαμψία τους. Οι γραμμές είναι συχνά σκληρές. Τα
περιγράμματα των μορφών είναι καθαρά, πολλές φορές έντονα. Το "χέρι"
των ζωγράφων όμως είναι σίγουρο. Αισθανόμαστε ότι έχουν μεγάλη πείρα
και ότι συνεχίζουν μία μακραίωνη παράδοση.
Οι μυκηναίοι ζωγράφοι είναι από τη φύση τους συντηρητικοί, λιγότερο
επινοούν και περισσότερο αντιγράφουν, είναι οπτικοί τύποι, ταξιδεύουν
πολύ και αποτυπώνουν στη μνήμη τους έντονα τις εντυπώσεις τους. Από
το ένα ανάκτορο στο άλλο επαναλαμβάνουν τα ίδια θέματα δίνοντας τις
ίδιες λύσεις. Τοπικές σχολές ζωγραφικής δεν υπάρχουν, οι καλλιτέχνες
εμπνέονται από μια κοινή παράδοση και μέσα στα πλαίσια αυτής κινούνται.
Τα θέματα μεταδίδονται έτοιμα από το ένα κέντρο στο άλλο και
εξελίσσονται ομοιόμορφα. Ένας τύπος που θεωρήθηκε επιτυχημένος τυποποιείται και επαναλαμβάνεται συχνά, ακριβώς όπως και στην
επική ποίηση που και αυτή μεταδίδεται με ορισμένες έτοιμες "φόρμουλες-εκφράσεις". Πολλές αναλογίες παρατηρούνται ανάμεσα στο έπος
και στην τοιχογραφία.
Μία ομοιομορφία παρατηρείται στις τοιχογραφίες των μυκηναϊκών ανακτόρων, ακόμη κι αν αυτά
βρίσκονται σε μεγάλη απόσταση μεταξύ τους, ή κι αν τις χωρίζει μεγάλο χρονικό διάστημα. Η
ομοιομορφία αυτή - χαρακτηριστική της μυκηναϊκής τέχνης από το 1400 π.Χ. και εξής - οφείλεται
στον συντηρητισμό των καλλιτεχνών, αλλά και στο γεγονός ότι οι καλλιτέχνες ενδεχομένως
δεσμεύονταν από τους παραγγελιοδότες στην εκλογή των θεμάτων και την απεικόνισή τους. Είναι
δε περίπου βέβαιο ότι είτε οι βασιλείς ήταν αυτοί που έδιναν τις παραγγελίες είτε οποιαδήποτε
άλλη κοσμική ή θρησκευτική αρχή, σχεδόν όλοι θα επιζητούσαν έργα που θα πραγματεύονταν τα
ίδια περίπου θέματα. Εξάλλου η θρησκεία, συντηρητική από τη φύση της, υπήρξε ασφαλώς ένας
ανασταλτικός παράγων για την ανανέωση των ζωγράφων και της εικονογραφίας, καθώς μάλιστα
πολλές τοιχογραφίες έχουν θρησκευτικό περιεχόμενο, είναι φυσικό ότι πολλές καινοτομίες θα ήταν
αδύνατες.
Οι τοιχογραφίες των ανακτόρων είναι ζωντανές και πολύ διακοσμητικές. Το εσωτερικό ενός
μυκηναϊκού ανακτόρου δημιουργούσε ασφαλώς έντονες και άμεσες χρωματικές εντυπώσεις. Αλλά
ο σκοπός της τοιχογράφησης δεν ήταν μόνο διακοσμητικός υπήρχε και σκοπός κοινωνικός,
κοσμικός και θρησκευτικός. Με την τοιχογραφία επιδεικνύεται η λαμπρότητα της βασιλικής αυλής, περιγράφονται τα βασιλικά κυνήγια και οι
μάχες που έχουν σχέση με τον άνακτα. Περιγράφονται επίσης θρησκευτικές σκηνές και τελετουργίες που είχαν σημασία γι' αυτούς που τις
έβλεπαν.
Εικονογραφικά θέματα
Πομπές, θεϊκές μορφές, ιερά σύμβολα
Μία από τις παλαιότερες τοιχογραφίες προέρχεται από το ανάκτορο των
Θηβών. Χρονολογείται γύρω στα 1400 π.Χ. και εικονίζει πομπή γυναικών.
Η τοιχογραφία αυτή παρουσιάζει μεγάλες ομοιότητες με μιαν άλλη από το
ανάκτορο της Τίρυνθας, που εικονίζει επίσης πομπή γυναικών, 100
χρόνια αργότερα: η πομπή της Τίρυνθας χρονολογείται στο δεύτερο μισό
του 13ου αι. π.Χ. Παρατηρούμε πως όταν μια σύνθεση καθοριστεί στη
μυκηναϊκή ζωγραφική, το πρότυπο παραμένει και ο ζωγράφος
διαφοροποιεί μόνο τις λεπτομέρειες. Και στις δύο τοιχογραφίες οι μορφές
προχωρούν με τον ίδιο τρόπο: με τα στήθη πεταχτά, τα πόδια γυμνά, ενώ κρατούν τα στερεότυπα, συνηθισμένα δώρα που θα προσφέρουν
στη θεότητα. Η θεότητα ήταν ασφαλώς μια μορφή καθιστή στην οποία καταλήγει η πομπή που έχει ξεκινήσει από δύο διαφορετικά σημεία, γι'
αυτό άλλες μορφές πηγαίνουν προς τ' αριστερά και άλλες προς τα δεξιά. Όλες οι μορφές αυτές, τόσο οι παλαιότερες της Θήβας όσο και οι
νεώτερες της Τίρυνθας, φορούν το ίδιο μινωικό φόρεμα με ακάλυπτα στήθη. Το γεγονός ότι το ένδυμα αυτό δεν έχει αλλάξει μέσα σε εκατό
χρόνια σημαίνει ότι ασφαλώς ήταν μια αμφίεση που συνδεόταν με τελετές. Η κόμμωση είναι επίσης περίπλοκη και εξεζητημένη. Τα πρόσωπα
δεν έχουν περιγράμματα, τα μάτια είναι μεγάλα, και το ελαφρό διπλοσάγονο είναι αιγαιακό
χαρακτηριστικό. Οι μορφές στην τοιχογραφία της Θήβας φορούν περιδέραια και βραχιόλια,
κρατούν πυξίδες, λουλούδια (τριαντάφυλλα, παπύρους ή κρίνα) και αγγεία, των οποίων τα
χρώματα, κίτρινο ερυθρωπό και άσπρο, συμβολίζουν ίσως τον χρυσό, τον χαλκό και τον
άργυρο.
Οι προσφορές παρουσιάζουν ενδιαφέρον για τη μελέτη της θρησκείας. Στην πομπή της
Τίρυνθας μια από τις γυναικείες μορφές κρατά ειδώλιο μαζί μ' ένα πτυχωτό ύφασμα. Σε μιαν
άλλη πομπή από τις Μυκήνες εικονιζόταν επίσης μια γυναικεία μορφή που κρατά ειδώλιο. Τα
ειδώλια αυτά απεικονίζουν ασφαλώς τη θεά και όλη η σκηνή θυμίζει την τελετή που αναφέρεται
στις πινακίδες της Γραμμικής Β και ονομάζεται θεοφορία (te-o-po-ri-ja). Το ύφασμα είναι επίσης
μια από τις κλασικές προσφορές στη θεότητα και η σχετική τελετή είναι γνωστή και από τη
Θήρα - Οικία Γυναικών -, τη μινωική Κρήτη, αλλά και αργότερα στην ιστορική εποχή,
αναφέρονται προσφορές ενδυμάτων σε θεές, όπως για παράδειγμα η προσφορά του πέπλου
στην Αθηνά.
Η εικόνα στις τοιχογραφίες της Θήβας και της Τίρυνθας είναι διακοσμητική, αλλά ο καλλιτέχνης δεν προσπαθεί να εκφράσει τίποτε, εικονίζει
επιφανειακά και χωρίς συναίσθημα τη σκηνή. Υπάρχει μια προσπάθεια να επιτευχθεί ποικιλία και ρυθμός, αλλά παρ' όλη τη λεπτότητα της
εκτέλεσης, η κίνηση των μορφών έχει κάτι το μηχανικό.
Ανάλογες πομπές έχουν βρεθεί σε όλα τα μυκηναϊκά ανάκτορα. Το γεγονός ότι η απεικόνιση αυτών των τελετουργικών σκηνών γνώρισε τόση
επιτυχία, σημαίνει ότι αυτές αναπαριστούσαν μια πραγματική τελετή που ελάμβανε χώρα στα ανάκτορα και που ο καλλιτέχνης την γνώριζε
καλά.
Μια από τις ωραιότερες μυκηναϊκές τοιχογραφίες εικονίζει μια "Μυκηναία", όπως
την ονόμασε ο Μυλωνάς. Ανακαλύφθηκε στην "Οικία του Αρχιερέως" στο
Θρησκευτικό Κέντρο της ακρόπολης των Μυκηνών. Το κτίριο καταστράφηκε από
σφοδρή πυρκαγιά στην ΥΕ ΙΙΙ Β περίοδο. Σύμφωνα με τη στρωματογραφική
μελέτη η τοιχογραφία χρονολογείται γύρω στα 1250 π.Χ. αλλά στιλιστικά θα
μπορούσε θα μπορούσε να χρονολογηθεί και 100 χρόνια νωρίτερα εξαιτίας
ορισμένων συγγενειών που έχει με παλαιότερες τοιχογραφίες και μάλιστα με τις
τοιχογραφίες της Θήρας.
Η μορφή σώζεται από τη μέση κι επάνω, σε γαλάζιο βάθος. Το σώμα αποδίδεται
κατ' ενώπιον και το κεφάλι κατά κρόταφο (προφίλ). Η εκτέλεση είναι εξαιρετικά
λεπτή, τα χρώματα λαμπρά, το σχέδιο πλούσιο. Το πρόσωπο πλάθεται με
ευαισθησία, τα μαλλιά και η περίπλοκη βαριά κόμμωση αποδίδονται με εξαίρετη
λεπτομέρεια. Με την ίδια φροντίδα αποδίδονται επίσης το ένδυμα και τα
κοσμήματα. Η μορφή φορά τριπλή σειρά από περιδέραια στο λαιμό και τρία
βραχιόλια στο κάθε χέρι. Ένα από αυτά έχει το χαρακτηριστικό σχήμα U,
παρόμοιο με αυτό που φορά μια από τις λατρεύτριες στη γνωστή τοιχογραφία της
Θήρας. Με μεγάλη δεξιοτεχνία έχουν ζωγραφιστεί οι λεπτομέρειες στα χέρια, και
ορισμένες αδεξιότητες που παρατηρούνται, χάνονται μέσα στην αρμονία του συνόλου.
Η "Μυκηναία" έχει προφανώς θεϊκή υπόσταση. Τούτο φαίνεται από τη μεγαλοπρέπεια της
μορφής, τα πολυτελή ενδύματα και τα κοσμήματα. Το κτένισμα, με τους δύο βοστρύχους
που περνούν εμπρός από τ' αυτιά, είναι κι αυτό χαρακτηριστικό ιερότητας και στην Ανατολή
χαρακτηρίζει τη μορφή της Αστάρτης. Αλλά και η στάση είναι θεϊκή: η μορφή ήταν ασφαλώς
καθιστή όπως η θεά σε μια τοιχογραφία από την Ψείρα και στο ανάγλυφο πλακίδιο από
ελεφαντόδοντο από τις Μυκήνες. Σε παρόμοιες καθιστές μορφές καταλήγουν οι πομπές.
Πρέπει να φανταστούμε ότι προς τη μυκηναία αυτή θεά κατευθυνόταν κάποια πομπή και ότι
η θεά έχει μόλις δεχθεί τα κοσμήματα που της προσέφεραν. Στο δεξί της χέρι κρατά
περιδέραιο. Η προσφορά κοσμημάτων είναι επίσης μια τυπική προσφορά σε θεές - το θέμα
αυτό παρουσιάζεται μεταξύ άλλων στην τοιχογραφία της Θήρας που εικονίζει λατρευτική
σκηνή.
Από το "Κτίριο των Τοιχογραφιών" στο Θρησκευτικό Κέντρο των Μυκηνών προέρχεται
μια αποσπασματική τοιχογραφία με σπάνιο εικονογραφικό θέμα. Η σύνθεση συνδεόταν
άμεσα με έναν συγκεκριμένο ιερό χώρο: κοσμούσε τον τοίχο επάνω και δίπλα από ένα
κτιστό θρανίο που είχε λατρευτική χρήση. Στο τμήμα του τοίχου επάνω από το θρανίο
εικονίζονται μέσα σ' ένα κιονωτό αρχιτεκτονικό πλαίσιο δύο γυναικείες θεϊκές μορφές
που διασώζονται από τη μέση και κάτω. Η μία μορφή αριστερά φορά μακρύ κροσσωτό
φόρεμα - τα κρόσσια είναι στην πραγματικότητα μικρά βαρίδια - και κρατά ένα μεγάλο
ξίφος με τη μύτη στραμμένη προς το έδαφος. Η άλλη μορφή, δεξιά, φορά το μινωικό
ένδυμα με τη φαρδιά φούστα και κρατά σκήπτρο. Ανάμεσα στις θεές αιωρούνται δύο
μικρές μορφές, δύο μικρά "είδωλα"-ψυχές. Είναι προφανές ότι η σκηνή εκτυλίσσεται σε
ιερό. Η θεϊκή μορφή που κρατά το
ξίφος μπορεί ίσως να ερμηνευθεί ως θεά του πολέμου, αλλά η βαθύτερη έννοια της
εικόνας μας διαφεύγει. Στο τμήμα του τοίχου αριστερά από το θρανίο, πάλι μέσα σ' ένα
αρχιτεκτονικό πλαίσιο εικονίζεται μια γυναικεία (θεϊκή;) μορφή που κρατά στάχυα. Φορά
δέρμα ζώου, λοξά δεμένο γύρω από το σώμα της, και κάλυμμα κεφαλής με λοφίο, που
χαρακτηρίζει πρόσωπα με υψηλή θέση στην ιεραρχία ή με ιερή ιδιότητα - Πρίγκιπας με τα
Κρίνα, Σφίγγες - το οποίο μάλιστα ίσως να συνδέεται με κάποια συγκεκριμένη τελετή διότι
το φορούν και οι γυναίκες που εικονίζονται στις λάρνακες της Τανάγρας. Έχει διατυπωθεί
η υπόθεση ότι η τοιχογραφία των Μυκηνών εικονίζει τη θεά της ευφορίας, άποψη που
ενισχύει η αποσπασματική μορφή του γρύπα που φαίνεται να την συνοδεύει. Δεν
αποκλείεται όμως να πρόκειται και για ιέρεια. Από καλλιτεχνική άποψη παρατηρούμε ότι
τα περιγράμματα είναι έντονα. Τα χαρακτηριστικά του προσώπου, η κόμμωση, οι
λεπτομέρειες αποδίδονται συμβατικά - λείπει εντελώς το πλάσιμο. Είναι ένα έργο
παραστατικό, αλλά με γρήγορη και απλή εκτέλεση, χαρακτηριστική του τέλους της
μεγάλης εποχής της τοιχογραφίας.
Δύο ακόμη τοιχογραφίες από το Θρησκευτικό Κέντρο των Μυκηνών εικονίζουν, η μία Δαίμονες και η άλλη οκτώσχημες ασπίδες.
Οι Δαίμονες στην αιγαιακή τέχνη είναι συνήθως λεοντοκέφαλοι. Οι Δαίμονες όμως της τοιχογραφίας αυτής
είναι ονοκέφαλοι και αποτελούν μια παραλλαγή του καθιερωμένου τύπου. Φορούν δέρμα ζώου και
μεταφέρουν ένα μακρύ ξύλο, το ανάφορον. Η κερατοειδής απόφυση που έχουν στο κεφάλι δεν έχει
ερμηνευθεί, αλλά ο βόστρυχος που πέφτει στο μέτωπο είναι χαρακτηριστικό στοιχείο των μορφών στις
αιγαιακές τοιχογραφίες γνωστό από πολλά παραδείγματα. Η έννοια της παράστασης μας διαφεύγει. Οι
Δαίμονες πιθανώς επιστρέφουν από ιερό κυνήγι και μεταφέρουν τα νεκρά ζώα ή τις δορές τους, ίσως
όμως να είναι και άνθρωποι μεταμφιεσμένοι που φορούν προσωπεία και λαμβάνουν μέρος σε
θρησκευτική τελετή. Είναι γνωστό και από τα ιστορικά χρόνια ότι στο τελετουργικό τυπικό ορισμένων
θρησκευτικών εορτών που σχετίζονται με το μυστήριο της γονιμότητας, περιλαμβανόταν και η μεταμφίεση
των συμμετεχόντων. Σε παρόμοιες πεποιθήσεις πρέπει να αναζητηθεί η καταγωγή των Σατύρων και των
Σειληνών και οι συναφείς τελετές που συνδέονται μ' αυτούς.
Οι οκτώσχημες ασπίδες έχουν ζωηρά χρώματα. Σε ορισμένα σημεία διακρίνεται το προσχέδιο που έχει
ζωγραφιστεί με ένα απαλό χρώμα. Διακρίνονται επίσης τα ίχνη που έχει αφήσει ο διαβήτης που
χρησιμοποιήθηκε για τη χάραξη των κύκλων. Οι κηλίδες που εικονίζονται στην εξωτερική επιφάνεια της
ασπίδας δηλώνουν ότι οι πραγματικές ασπίδες ήταν δερμάτινες. Η κηλιδωτή απεικόνιση του δέρματος του
ταύρου είναι μία χαρακτηριστική σύμβαση της κρητομυκηναϊκής εικονογραφίας.
Η οκτώσχημη ασπίδα περιλαμβάνεται στα πιο σημαντικά μυκηναϊκά σύμβολα και απαντάται σε πολλές
παραστάσεις έργων μικροτεχνίας, σε σφραγίδες και σε ελεφαντοστά. Εικονίζεται επίσης στο πλακίδιο από
ασβεστοκονίαμα που είχε ανακαλύψει παλαιότερα ο Τσούντας. Τμήματα τοιχογραφιών με παραστάσεις
ασπίδων σώζονται αρκετά και προέρχονται από τα ανάκτορα της Κνωσού, της Τίρυνθας, της Πύλου και
της Θήβας. Στο Θρησκευτικό Κέντρο των Μυκηνών οι ασπίδες επέχουν τη θέση συμβόλου της ένοπλης
θεάς, που πολλοί ερευνητές έχουν ταυτίσει εύλογα με την Αθηνά.
Κυνήγια
Μια μεγάλη τοιχογραφία που εικονίζει κυνήγι κάπρου κοσμούσε πιθανώς το μέγαρο στην Τίρυνθα.
Περιελάμβανε αρχικά ίσως έξι άρματα. Στο ένα τμήμα εικονίζονται δύο γυναικείες μορφές που
βγαίνουν για κυνήγι στο δάσος και οδηγούν άρμα. Είναι δύο αριστοκράτισσες της αυλής που
επιδίδονται σ' ένα ανδρικό και πολυτελές άθλημα, το οργανωμένο κυνήγι. Η τοιχογραφία έχει κοσμικό
χαρακτήρα και είναι πολύ διαφωτιστική για τη μυκηναϊκή ζωή. Οι κυρίες φορούν έναν απλό ίσιο
χιτώνα, σαν ανδρικό, που θα ήταν το μυκηναϊκό φόρεμα, τουλάχιστον αυτή την εποχή. Αυτό φορούν
οι γυναίκες που εικονίζονται στις λάρνακες της Τανάγρας καθώς και στον "κρατήρα των πολεμιστών".
Το άρμα αποδίδεται με κάθε λεπτομέρεια. Τα δένδρα, ολοστρόγγυλα, ξεπετιούνται αφύσικα από τη
γραμμή του εδάφους σε τελείως επίπεδη απεικόνιση, σαν κεντημένα, και είναι τακτικά τοποθετημένα
στη σειρά. Στο άλλο τμήμα εικονίζεται το κυνήγι του κάπρου: τα σκυλιά έχουν κορδέλες στο λαιμό, και
τα σώματά τους είναι διάστικτα με κηλίδες, γαλάζιες και ροζ, στοιχεία εντελώς αφύσικα αλλά έντονα
διακοσμητικά. Σκυλιά και αγριόχοιρος εικονίζονται σε ιπτάμενο καλπασμό δηλώνοντας την ταχύτητα.
Η σκηνή είναι ψυχρή, διακοσμητική, μακριά από κάθε νατουραλισμό, δεν
απεικονίζει τη δράση αλλά την συμβολίζει. Το σχέδιο είναι σκληρό, χωρίς
λεπτομέρειες. Όλα είναι τακτικά τοποθετημένα και άψυχα. Οι Μυκηναίοι δεν
έχουν το χάρισμα να περιγράφουν τη φύση με ακρίβεια, όπως οι Αιγύπτιοι, ή με
εμπρεσιονιστικό τρόπο όπως οι Μινωίτες. Παρ' όλα αυτά η τοιχογραφία της
Τίρυνθας έχει μια γοητεία, είναι ζωντανή κι ευχάριστη με τα απλά, έντονα και
χωρίς διαβαθμίσεις χρώματά της.
Μια τοιχογραφία που εικονίζει επίσης κυνήγι κάπρου προέρχεται από το
ανάκτορο του Ορχομενού και παρουσιάζει μεγάλη τεχνοτροπική συγγένεια με
την τοιχογραφία της Τίρυνθας. Τα δένδρα έχουν το ίδιο σχήμα, οι συνοδοί
εικονίζονται ανά δύο κρατώντας τις "σιγύνες", τα διπλά δόρατα, και το άρμα
σχεδιάζεται με τον ίδιο λεπτομερή τρόπο.
Σκηνή κυνηγίου εικονίζεται και σε μια τοιχογραφία από το ανάκτορο της Πύλου, αλλά η αποσπασματική της διατήρηση δεν έχει επιτρέψει την
αναπαράσταση ολόκληρης της σύνθεσης.
Το θέμα του κυνηγιού γνωστό και από έργα της μικροτεχνίας, είναι αγαπητό στη μυκηναϊκή εικονογραφία γιατί ασφαλώς θα αναφερόταν σε
μια δραστηριότητα σημαντική της ζωής των Μυκηναίων.
Ενώ στα μινωικά έργα όλες οι εικόνες είναι σαν να βγαίνουν μέσα από έναν κόσμο
μακρινό και ακίνητο στο χρόνο, ορισμένες μυκυναϊκές τοιχογραφίες που απεικονίζουν
μάχες, κυνήγια, πολιορκίες, έχουν μια πιο έντονη, δραματική και αφηγηματική κίνηση.
Πολλές φορές έχουμε την αίσθηση ότι η σκηνή που απεικονίζεται αναφέρεται σε κάποιο
συγκεκριμένο γεγονός, ένα κυνήγι, μια εκστρατεία, ένα γεγονός για το οποίο ίσως έχει
μιλήσει και η επική ποίηση. Η ίδια εντύπωση δημιουργείται και από τις τοιχογραφίες της
Θήρας που έχουν πολλές συγγένειες με τις μυκηναϊκές. Γενικά η μυκηναϊκή τοιχογραφία
συγγενεύει πολύ με τη θηραϊκή, σημάδι ότι οι δύο περιοχές είχαν επαφές και ότι οι
Μυκηναίοι βρίσκονταν στη Θήρα πριν από την έκρηξη του ηφαιστείου (γύρω στα 1540
π.Χ.). Στη γνωστή θηραϊκή τοιχογραφία του "Ναυαγίου" εικονίζονται Μυκηναίοι που
αποβιβάζονται σε μια άγνωστη περιοχή, αναγνωρίζονται σαφώς από τον οπλισμό τους,
την ασπίδα και το οδοντόφρακτο κράνος. Στην τοιχογραφία της "Νηοπομπής" Μυκηναίοι
επιβαίνουν σε κυκλαδικά πλοία, ενώ η μορφή του "Ναυάρχου", που θεωρείται ένα από
τα πρώτα πορτραίτα της ελληνικής τέχνης, μοιάζει εξαιρετικά με τον Μυκηναίο που
απεικονίζεται στη σφραγίδα από τον Ταφικό Κύκλο Β των Μυκηνών. Στις μυκηναϊκές και θηραϊκές τοιχογραφίες παρατηρείται μια έμφαση σ'
ένα ιστορικό πλαίσιο αλλά λείπει η επιπλέον ένδειξη που θα επέτρεπε να συνδέσουμε τα αναπαριστώμενα μ' ένα ιστορικό γεγονός.
Πηγή:
http://www.gistor.gr/