Σχεδίαση Ιστοσελίδας:  Αρης  Τσιατούχας (2013) MYKHNAΪKOΣ ΠOΛΙTΙΣMOΣ: 1600-1100 π.Χ.  Ο Μυκηναϊκός πολιτισμός πήρε το όνομα τους από τις Μυκήνες, το μικρό βραχώδη λόφο που βρίσκεται στην αργολική γη, ανάμεσα στο λόφο του Προφήτη Ηλία (805μ.) βόρεια και της Σάρας (660μ.) στο νότο, στη βορειοανατολική Πελοπόννησο. Σύμφωνα με τη μυθολογία, ιδρυτής των Μυκηνών ήταν ο Περσέας, γιος του Δία και της Δανάης. Η πρώτη εγκατάσταση στις Μυκήνες τοποθετείται στους νεολιθικούς χρόνους. Το 2000 π.Χ., με την εγκατάσταση των πρώτων ελληνικών φύλων, ο πληθυσμός αυξήθηκε θεαματικά, σύμφωνα με τα αρχαιολογικά ευρήματα. Τα σημαντικότερα μυκηναϊκά κέντρα βρίσκονταν στην κεντρική και στη νότια ηπειρωτική Ελλάδα, και, εκτός απο τις Μυκήνες, ήταν η Τίρυνθα, η Πύλος, η Βοιωτία ο Ορχομενός και η Ιωλκός. Οι περισσότερες μυκηναϊκές ακροπόλεις είχαν σχεδόν απροσπέλαστη οχύρωση, η οποία αποκαλείται κυκλώπεια. Τα κυκλώπεια τείχη πήραν το όνομα τους από την κατασκευή τους. Οικοδομημένα από τεράστιους ογκόλιθους, δημιουργούν την εντύπωση ότι μόνο ένας γίγαντας, όπως ένας Κύκλωπας, θα μπορούσε vα σηκώσει τα τεράστια αυτά λιθάρια. Στην ταφική αρχιτεκτονική κυριαρχούν τρεις τύποι τάφων: ο λακκοειδής, ο λαξευτός θαλαμοειδής ή θαλαμωτός και ο θολωτός. Οι θολωτοί τάφοι συγκαταλέγονται χωρίς αμφιβολία στα πιο λαμπρά και εντυπωσιακά αρχιτεκτονήματα του Μυκηναϊκού Πολιτισμού. Παραδοσιακά θεωρείται πως οι φορείς του Μυκηναϊκού Πολιτισμού, οι ελληνόφωνοι Αχαιοί, εγκαθίστανται στον ελληνικό χώρο γύρω στο 2000 π.Χ. Ο πρωιμότερος Μινωικός πολιτισμός της Κρήτης, που κατά τον 16ο αιώνα π.Χ. βρίσκεται στο απόγειο της ακμής του, επηρέασε άμεσα την ανάπτυξη του Μυκηναϊκού πολιτισμού και από κοινού αποτελούν τους πρώτους δύο μεγάλους ευρωπαϊκούς πολιτισμούς. Η αρχή του Μυκηναϊκού πολιτισμού σημαδεύεται από την άνοδο ηγετικών ομάδων πολεμιστών, που αναπτύσσουν σχέσεις με το Μινωικό πολιτισμό της Κρήτης, εισάγοντας έτοιμα προϊόντα, νέες ιδέες, και τεχνικές στην παραγωγή αλλά και την κοινωνική οργάνωση. Μία εντυπωσιακή εικόνα του πλούτου της πρώιμης μυκηναϊκής εποχής δίνουν οι βασιλικοί λακκοειδείς τάφοι των Μυκηνών του 16ου αιώνα π.Χ. (Ταφικοί Κύκλοι Α και Β των Μυκηνών) με τα πολύτιμα κτερίσματα, σύμβολα κοινωνικής θέσης και αξιώματος και δημιουργούν τη βάση για το μύθο των πολυχρύσων Μυκηνών του Ομήρου. Στην αρχή του 14ου αιώνα π.Χ. οι Αχαιοί-Μυκηναίοι έχουν ήδη καταλάβει το ανάκτορο της Κνωσού και έχουν εγκατασταθεί στην Κρήτη. Στην κυρίως Ελλάδα ανεγείρονται τα μεγάλα ανάκτορα των Μυκηνών, της Τίρυνθας και της Πύλου στην Πελοπόννησο καθώς και των Θηβών στη Βοιωτία, που διακοσμούνται με τοιχογραφίες. Ισχυρά κυκλώπεια τείχη, που συνεχώς επεκτείνονται, περιβάλλουν και προστατεύουν τις ακροπόλεις, που αποτελούν, κατά τα πρότυπα της Μινωικής Κρήτης, τα διοικητικά, οικονομικά, στρατιωτικά και θρησκευτικά κέντρα μιας ευρύτερης περιοχής. Η κεντρική διοίκηση, ιεραρχικά διαμορφωμένη, με επικεφαλής τον «άνακτα», τηρούσε αρχεία πήλινων πινακίδων στη Γραμμική Β γραφή, την πρώτη αποδεδειγμένα ελληνική γραφή, προσαρμογή στην ελληνική γλώσσα της μινωικής γραμμικής Α γραφής (που και αυτή, όπως υπάρχουν επιστημονικές ενδείξεις, ήταν γραφή Ελληνική). Γύρω από τις ακροπόλεις αναπτύσσονται οργανωμένοι οικισμοί και τοποθετούνται τα νεκροταφεία των θαλαμωτών τάφων, τα πλούσια ευρήματα των οποίων αποκαλύπτουν μια ιεραρχημένη και ευημερούσα κοινωνία. Οι μεγαλοπρεπείς θολωτοί τάφοι, όπως ο θολωτός τάφος του Ατρέως στις Μυκήνες, ο θολωτός τάφος του Βαφειού Λακωνίας ή οι θολωτοί τάφοι της μυθικής Ιωλκού στη Θεσσαλία, προορίζονται για την τάξη των ηγεμόνων. Η κατάρρευση του συγκεντρωτικού συστήματος διοίκησης σημειώνεται στο τέλος του 13ου αιώνα π.Χ., κατά την παράδοση μετά τον Τρωικό πόλεμο, που αποτελεί μια κοινή επιχείρηση των Αχαιών ηγεμόνων. Ως αίτια προβάλλονται η κοινωνική αναταραχή, η οικονομική εξασθένηση, οι μετακινήσεις των λαών «της ξηράς και της θάλασσας» στη Μεσόγειο που καταστρέφουν τα κέντρα της Μ. Ασίας και της Ανατολής καθώς και οι, ανασκαφικά τεκμηριωμένοι, ισχυροί σεισμοί. Οι αλλαγές αυτές σημαδεύουν την αρχή μιας νέας περιόδου στην Ελλάδα κατά τον 12ο π.Χ. αιώνα, που είναι και ο τελευταίος του μυκηναϊκού πολιτισμού. Δημιουργούνται συνθήκες ελεύθερης ανάπτυξης των τοπικών κέντρων στην Πελοπόννησο, τις Κυκλάδες, την Κρήτη, ενώ η ζωή συνεχίζεται στις γνωστές ακροπόλεις, στις Μυκήνες και κυρίως στη Τίρυνθα. Το τέλος του Μυκηναϊκού πολιτισμού, κατά τον 11ο αιώνα π.Χ. επιφέρει αναπόφευκτα μια πολιτιστική υποχώρηση, στη διάρκεια ωστόσο της γεωμετρικής εποχής και μέχρι τον 8ο αιώνα π.Χ. δημιουργούνται οι βάσεις για την ανάπτυξη της ελληνικής πόλης.   ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ  ΙΕΡΑΡΧΙΑ Στην κορυφή της κοινωνικής πυραμίδας βρισκόταν ο άναξ (ή Wanax στη μυκηναϊκή γλώσσα, όπως διαβάστηκε σε επιγραφές Γραμμικής Β), αξίωμα που στηριζόταν στην κληρονομική διαδοχή, από τον πατέρα στο γιο. Αυτός κατείχε τεράστιες εκτάσεις γης και είχε νομοθετική, διοικητική και θοησκευτική εξουσία. Η κοινωνική ιεραρχία καθοριζόταν σε μεγάλο βαθμό από ένα αυστηρό σύστημα γαιοκτησίας. Έτσι, αμέσως μετά τον άνακτα βρισκόταν η τάξη των αυλικών. Σε αυτούς ανήκαν κατά σειρά ο αρχηγός του στρατού -κατά τον Όμηρο- (lawagolas) και οι ιππείς (equeta), που ήταν στρατιωτικοί βασιλικοί ακόλουθοι.   Ακολουθούσε το ιερατείο με τους τελεστές (telestas), οι οποίοι, όπως υποδεικνύει και η λέξη, ήταν θρησκευτικοί υπάλληλοι, που κατοικούσαν στο θρησκευτικό κέντρο (Pakijane) και, σύμφωνα με την κατοχή γης, βρίσκονταν αμέσως μετά τον lawagetas. Στο ιερατείο ανήκαν επίσης ιέρειες και ιερείς, που ήταν επικεφαλής των θρησκευτικών τελετών και διαχειρίζονταν τις περιουσίες των ιερών.   Οι δήμοι-διοικητικές επαρχίες (damo) λειτουργούσαν με ιεραρχική σειρά: ο βασιλιάς (qasireu), ο οποίος ήταν τοπικός αρχηγός επαρχίας, οι τοπικοί άρχοντες (koretai) και οι υπάλληλοι των δήμων που ήταν διορισμένοι από το βασιλιά (damokoro). Τελευταία ήταν η τάξη των δούλων (doera), που δούλευαν για ιδιώτες ή για τα ανάκτορα.   Ο μυκηναϊκός πολιτισμός ήταν φανερά επηρεασμένος από τον μινωικό σε πολλούς τομείς, όπως η θρησκεία, η τέχνη και η οικονομία. Ωστόσο, αν και στην αρχή ακολούθησε τα μινωικά πρότυπα σχεδόν κατά πόδας, στη συνέχεια διαμόρφωσε τα δικά του ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, αφήνοντας τη μυκηναϊκή σφραγίδα ανεξίτηλη στο χρόνο. Αυτό οφειλόταν στο ότι οι Μυκήνες ήταν δέκτης καταιγιστικών επιθέσεων, όπως μαρτυρεί και η κυκλώπεια οχύρωση σε αντίθεση με τη μινωική Κρήτη όπου επικρατούσαν ειρηνικές συνθήκες διαβίωσης. Η συνεχόμενη απειλή διαμόρφωσε έναν πιο αυστηρό, πιο απόλυτο και πιο συντηρητικό μυκηναϊκό πολιτισμό, με άμεση επίδραση, όπως ήταν φυσικό, σε όλους τους τομείς του. ΜΥΚΗΝΑΪΚΗ  ΘΡΗΣΚΕΙΑ Οι πρώτες πληροφορίες που έχουμε για τη μυκηναϊκή λατρεία τοποθετούνται χρονικά στην εποχή των λακκοειδών τάφων (1750-1500 π.Χ.). Ωστόσο, η θρησκεία απέκτησε σταθερή μορφή από το 1400 μέχρι το 1060 π.Χ. Θρησκευτικά οικοδομήματα δεν έχουν σωθεί, εκτός απά το «θρησκευτικά κέντρο» που βρίσκεται στις Μυκήνες. Οι τελετουργίες (δεήσεις, θυσίες, πομπές, τελετουργικοί χώροι) γίνονταν στη φύση, σε πρόχειρες κατασκευές. Οι θεότητες στις οποίες πίστευαν οι Μυκηναίοι, σύμφωνα με τις επιγραφές των πινακίδων που σώζονται, ήταν ο Δίας (di- we), η Ήρα (e-ra), ο Ερμής (e-ma-a). ο Αρης (a-re), ο Ποσειδώνας (po-se-da-o-ne). ο Διόνυσος {di-wo-mi-so). ο Απόλλωνος (a-pe-ro), οι οποίοι προέρχονταν από το ελληνικό δωδεκάθεο. Στη μυκηναϊκή τέχνη συχνά συναντάται και μια γυναικεία μορφή -η οποία σχετίζεται με τη «μητέρα θέα» των Μινωιτών-, η Πότνια. που παρουσιάζεται με διάφορες μορφές ως Πότνια Θηρών ή ως Πότνια Αθηνά (a-ta-na-po-ti-ni-ja). Τα βασικά λατρευτικά αντικείμενα των Μυκηναίων ήταν μικρά χειροποίητα ανθρωπόμορφα ειδώλια από πηλό σε σχήμα Φ και Ψ (ανάλογα με τη στάση που είχαν κάθε φορά τα χέρια τους, μαζεμένα στο στήθος ή προτεταμένα ψηλα προς τον ουρανό). Σημαντικό ρόλο στις θρησκευτικές τελετουργίες έπαιζε η μουσική, η οποία μέσω των ύμνων διαμόρφωνε το θρησκευτικό συναίσθημα και ταυτόχρονα κάλυπτε τους  ανεπιθύμητους ήχους των θυσιών.   ΤΕΧΝΕΣ ΚΑΙ ΓΡΑΦΗ Η μυκηναϊκή τέχνη μέχρι το 1400 π.Χ. ήταν βαθιά επηρεασμένη από τη μινωική. Στη συνέχεια οι Μυκηναίοι διαμόρφωσαν την τέχνη τους σύμφωνα  με τα χαρακτηριστικά του πολιτισμού τους. Στις τοιχογραφίες ακολουθούσαν την τεχνική της νωπογραφίας (οι ζωγραφικές συνθέσεις ζωγραφίζονταν πάνω σε νωπό άσβεστοκονίαμα).  Στα εργαστήρια είχαν αναπτυχθεί ακόμα οι τέχνες της κεραμικής, της υφαντικής, της ελεφαντουργίας (κατασκευή αντικειμένων από την κατεργασία χαυλιοδόντων ελεφάντων και δοντιών ιπποπόταμου), της λιθοτεχνίας, της σφραγιδογλυφίας, της μεταλλοτεχνίας και της γλυπτικής. Η επίσημη μυκηναϊκή γραφή, στην οποία είναι γραμμένες οι επιγραφές των πινακίδων που σώθηκαν, ήταν η Γραμμική Β. Η γραφή αυτή αποκρυπτογραφήθηκε το 1952 από τους Βέντρις (M.Ventris) και Τσάντγουικ (J.Chadwick), οι οποίοι με έκπληξη διαπίστωσαν ότι τα συλλαβογράμματα της Γραμμικής Β σχημάτιζαν λέξεις που είχαν πολλές ομοιότητες με τις ελληνικές. Τα κείμενα που βρέθηκαν γραμμένα στις πήλινες πινακίδες ήταν κυρίως απογραφές αποθηκών. 1 -. Πύλη των Λεόντων 2 -. Βασιλικοί τάφοι 3 -. Μυκηναϊκά σπίτια 4 -. Ναοί 5 -. Μεγάλη ράμπα 6 -. Προπύλαια 7 -. Μεγάλη αυλή 8 -. Κεντρικό κτίριο των Ανακτόρων 9 -. Το σπίτι με τις κολώνες - η γειτονιά των τεχνιτών 10 -. Δεξαμενές 11 -. Βόρεια πύλη Πηγή: http://www.hellasontheweb.org http://history-pages.blogspot.gr/ http://el.wikipedia.org